Κατά καιρούς, έρχονται στο dōjō παιδιά που (θεωρούν πως) έχουν μια επιδερμική σχέση με το ninjutsu [sic], επειδή έχουν λιώσει στο Naruto. Rock on, γιατί, μέχρι κάποια φάση, κι εγώ το ίδιο έκανα. Υπάρχει, όμως, ένα θέμα. Το 90% εξ αυτών εξαφανίζεται μετά τις δύο ή τρεις εβδομάδες, γιατί συνειδητοποιεί πως το chakra είναι κάτι άλλο απ’ αυτό που παρουσιάζεται στο anime, τα hand seals δεν υπάρχουν (δηλαδή, ΟΚ – υπάρχουν, αλλά δεν σε κάνουν να πετάς φωτιές απ’ τον κώλο και να μεταμορφώνεσαι στον τυφώνα Κατρίνα), ενώ το taijutsu θέλει ιδρώτα, πόνο και, ενίοτε, αίμα – “πράγματα” τα οποία δεν είναι έτοιμοι να δώσουν, γιατί δεν συμβαδίζουν με την ψευδαίσθηση του Naruto (και της όποιας σχέσης, κατ’ επέκταση, πιστεύουν πως έχουν με τους ninja – το ότι οι ninja δεν υπήρχαν* το προσπερνάμε), αλλά, κυρίως, επείδη – well, παίζει πόνος. Σωματικός και πνευματικός.
“Ναι, και; We don’t give a fuck.” Περιμένετε, ρε.
“[…]Το πρόβλημα του κοινού, και ειδικά των μικρότερων ηλικιών, είναι ότι δεν έμαθε να σέβεται. Ακούει, κι ακούει τα πάντα, αλλά δεν έμαθε να σέβεται. Είναι αυτό που λέμε attitude, κώδικας. Μπορεί να μην ακούς κάποιον ή να μην τον γουστάρεις, αλλά δεν υπάρχει λόγος να τον κράξεις. Γιατί απλούστατα εσύ σήμερα είσαι, αύριο δεν είσαι, ενώ αυτός ήταν, είναι και ενδεχομένως αύριο να είναι εδώ, και να υποστηρίζει τη κουλτούρα που εσύ έρχεσαι σαν μουσαφίρης, λες την πίπα σου κι αύριο μπορεί να φύγεις δίχως να σε καταλάβει κανείς.[...]”
- Xplicit, συνέντευξη στη Δήμητρα Σολωμού, 26.10.2010
Ξεκινήστε να δίνετε το fuck (ή όχι, το ίδιο μου κάνει).
Λέω, λοιπόν, πως ο Xplicit είπε, μέσες-άκρες, το ίδιο πράγμα που έγραψα λίγο πιο πάνω, αλλά για το Hip Hop. Εμφανίζονται παιδιά που λιώνουν ακούγοντας εγχώριο (κυρίως, και πείτε μου πως δεν είναι έτσι, αλλά, όπως λέει κι η Rihanna, “I love the way you lie”) Hip Hop – ελληνικό χιπ χοπ [sic], αν θέλετε – και είναι ΟΚ, γιατί – ε, ναι – μέχρι κάποια φάση, όλοι το ίδιο κάναμε (περίπου). Ταυτίζονται, παίρνουν “μεριές”, “εκπροσωπούν”, “το ζουν” και θεωρούν πως είναι κομμάτι της φάσης (ό,τι κι αν είναι αυτή η φάση εν Ελλάδι). Μια χαρά, αλλά there’s a catch. Ας πάρουμε το υποθετικό παράδειγμα ενός ακροατή που κράζει κάποιον “καλλιτέχνη”, υποστηρίζοντας πως είναι “φλώρος”, “wannabe” (ο Χριστός κι η Μάνα του, δηλαδή) κι ότι “δεν το ζει” αληθινά (την οικειότητα που γενικά οι ακροατές θεωρούν πως πρέπει να έχουν με τους “καλλιτέχνες” δεν τη σχολιάζω καν – όπως έγραφε κι ο συντάκτης μιας αγαπημένης μου στήλης, για την υγρασία θα μιλήσουμε άλλη φορά). Πετυχαίνει, λοιπόν, ο ακροατής τον “φλώρο” MC/DJ/whatever και τον “τραμπουκίζει” – ή τουλάχιστον έτσι πιστεύει. Του λέει πόσο αληθινό δεν το κρατάει, πόσο δεν είναι πια αλάνι, πόσο δεν το ζει στα στενά, πόσο ψεύτικα είναι όλα αυτά που λέει για τσαμπουκάδες και τέτοια (σ.σ.: αυτό είναι από μόνο του άλλο κεφάλαιο – και, κατ’ επέκταση, άλλο post) κι άλλα πόσα “δεν”, τα οποία, θεωρητικά, ο τυπάκος μας τα ζει. Κι εκεί που περιμένει να νιώσει τέρμα γαμάτος και true to the bone, ο “φλώρος” τον τραμπουκίζει πραγματικά. Γιακάδες, γωνίες, και καμμιά ψιλή ίσως. “Όχι, γιατί το κάνεις αυτό; Δεν εννοούσα, όχι – μα, είναι συμπεριφορά αυτή; Ντροπή! Μα...”, είναι η αντίδραση του τυπάκου μας, λοιπόν.
Πριν ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου, ξεκαθαρίζω πως δεν υποστηρίζω σε καμμία περίπτωση τραμπουκισμούς, τσαμπουκάδες και λοιπά χαριτωμένα, κι επαναλαμβάνω πως το παράδειγμα είναι υποθετικό. Το θέμα, όμως, είναι ότι, στο παράδειγμα, κατηγόρησε κάποιος κάποιον πως δεν κάνει κάτι που λέει ότι κάνει, κι όταν αυτός ο δεύτερος κάποιος έκανε αυτό που λέει ότι κάνει, ο πρώτος κάποιος έκανε την παλαβή, λέγοντας του ότι δεν πρέπει να το κάνει. Δηλαδή, αποφάσισε, ‘λός. Είναι όπως αυτό που λέγαμε πιο πάνω για το Naruto. Προφανώς όταν λέει κάποιος ότι “εξαπολύει τυφωνικό τεράτωμα” εννοεί κάτι άλλο, τα punchlines είναι lines κι όχι μπουκέτα, ΑΛΛΑ – το taijutsu, όποτε το επικαλείσαι, θέλει ιδρώτα, πόνο και, ενίοτε, αίμα. Κι εδώ είναι άλλη μία σύγκλιση στην αντιστοιχία του κραξιματία με τον otaku. Ο ιδρώτας, ο πόνος και το αίμα συμβαδίζουν με την ψευδαίσθηση που έχει ο κράξμαν για τη “φάση”, αλλά δεν θέλει να έρχονται απ’ αυτόν. Sorry, homes – that’s not the way the cookie crumbles. Για να μνημονεύσω κι ένα από τα καλύτερα groups που πέρασαν απ’ την ελληνόφωνη σκηνή, “Δράση κι Αντίδραση” (causality, αν θέλετε).
Πρόσφατα, ήρθε ένας δωδεκάχρονος στο dōjō. Ομολογώ πως έχω ένα θέμα με τις μικρότερες ηλικίες, κυρίως για το πως θα μπορέσει να συμβαδίσει ένας προέφηβος με το υπόλοιπο τμήμα, και προσπαθώ να “διώχνω” τους πιο μικρούς – και, ναι, δεν είναι προς τιμή μου, αλλά whatever. Η τακτική που ακολουθώ είναι πάντα η ίδια σε τέτοιες περιπτώσεις. Κάνω κανονικά την προπόνηση, πράγμα που σημαίνει πως οι μικρότεροι είτε βαριούνται από κινήσεις που τους φαίνονται ανούσιες, είτε τρομάζουν από αυτά που βλέπουν (κάτι για “ιδρώτα, πόνο και, ενίοτε, αίμα” που λέγαμε) να συμβαίνουν στους “μεγάλους” – συνήθως είναι θέμα μίας ή δύο προπονήσεων το να φύγουν. Ο συγκεκριμένος δωδεκάχρονος, όμως, έρχεται πρώτος στην προπόνηση και φεύγει τελευταίος απ’ το γυμναστήριο, ενώ “αγαπημένος” του συνασκούμενος έχει γίνει παλιός πορτιέρης συγκεκριμένου “σκληρού” μαγαζιού της πόλης. Α, και, ναι – τελικά, δεν βλέπει Naruto.
Flame on.
*: Μεγάλη συζήτηση, αλλά – ναι. Ουσιαστικά, η εικόνα που έχει ο μέσος άνθρωπος για το τί ήταν ο ninja είναι μούφα. Άλλη ώρα, όμως.